Ηταν μία από τις πιο δυνατές ομάδες στην Ανατολική Γερμανία και η κυρίαρχος της «από εκεί» μεριάς, όπως την έλεγαν οι Δυτικοί. Η Ντιναμό Βερολίνου δεν ήταν απλά μια ομάδα με
ποδοσφαιρικές ικανότητες, αλλά και δυνάστης! Ενας σύλλογος που είχε την εύνοια του προέδρου της χώρας, Εριχ Χόνεκερ. Η Ντιναμό είχε ως… αφεντικό τη διαβόητη Στάζι, δηλαδή τη μυστική υπηρεσία της χώρας, που φυσικά ήταν η απόλυτη κυρίαρχος πάνω στις ζωές των ανθρώπων. Τον καιρό που το Τείχος διαιρούσε τη Γερμανία, οι πολίτες στην ανατολική πλευρά έβλεπαν το ποδόσφαιρο ως τρίτη, ακόμα και τέταρτη επιλογή. Ο στίβος και η κολύμβηση αποτελούσαν τις βασικές προτεραιότητες του καθεστώτος. Ηταν τα αθλήματα που έφερναν μετάλλια στους Ολυμπιακούς Αγώνες, οπότε τραβούσαν και περισσότερο την προσοχή του κόσμου.
Η ομάδα του Μαγδεμβούργου, με τους Σπαρβάσερ, Πομερένκε και Στράιχ, ήταν αυτή που έστρεψε για λίγο τα φώτα και στο ποδόσφαιρο, με τη νίκη επί της Μίλαν του Τζιάνι Ριβέρα στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1974. Η Ντιναμό Βερολίνου είχε όμως το πάνω χέρι στο εσωτερικό, κατακτώντας δεκατέσσερις φορές σε δεκαεπτά χρόνια τον τίτλο. Την εποχή που η Ντιναμό Δρέσδης με την υποστήριξη φανατικού κοινού 25.000 βρέξει-χιονίσει στις εξέδρες, σε αντίθεση με τους 10.000 το πολύ που μάζευε η ομάδα του Βερολίνου, απειλούσε την κυριαρχία της, η Στάζι είχε βρει έναν εξαιρετικά… πρωτότυπο τρόπο για να μπλοκάρει τα ατού των αντιπάλων! Εδινε εντολή να συλλαμβάνονται οι παίκτες της Δρέσδης πριν από τα κρίσιμα ματς και, αφού παρέμεναν στα κρατητήρια, τους άφηναν ελεύθερους μετά τη λήξη. Αυτό έγινε τουλάχιστον σε έξι περιπτώσεις, που αφορούσαν κρίσιμους αγώνες μεταξύ των δύο ομάδων. Ο χαρισματικός Ματίας Ζάμερ, ο οποίος κατέκτησε και τη Χρυσή Μπάλα το 1996, ήταν ο πρώτος που το κυκλοφόρησε ως είδηση στη Δύση, λίγο καιρό πριν πέσει το τείχος.
Ο Χόνεκερ έβλεπε την Ντιναμό Βερολίνου ως τη μοναδική αληθινή έκφραση των ιδεών του καθεστώτος. Αν και στη δεκαετία του '70 η Ντιναμό Δρέσδης με πέντε τίτλους και το Μαγδεμβούργο με τρεις μπόρεσαν να ανατρέψουν τις ισορροπίες, η Ντιναμό παρέμενε η ευνοούμενη από ψηλά. Ποτέ δεν τον συγκίνησε η καλή πορεία άλλων συλλόγων. Εκτός του Μαγδεμβούργου, σε τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων έφτασαν τόσο η Λοκομοτίβ Λειψίας (το 1987 στην Αθήνα κόντρα στον Αγιαξ του Φαν Μπάστεν) όσο και η Καρλ Τσάις Ιένα (το 1981 απέναντι στην Ντιναμό Τιφλίδας στο Ντίσελντορφ), αλλά αυτό δεν τις… ανέβασε στην υπόληψη του ηγέτη της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Ο Μάνφρεντ Εβαλντ, ο γραμματέας αθλητικού σχεδιασμού του καθεστώτος το 1966, είχε πάρει την εντολή να φτιάξει μία καινούργια πρώτη κατηγορία στο Πρωτάθλημα με μετονομασίες συλλόγων που δεν θα έπαιζαν άλλο άθλημα παρά μόνο ποδόσφαιρο. Ανάμεσά τους ήταν η Ντιναμό, στην οποία προστέθηκε το όνομα «Βερολίνου», η Εμπορ Ρόστοκ που έγινε Χάνσα, η Αουφμπάου που μετονομάστηκε σε Μαγδεμβούργο και η Φ.Κ. Λειψίας που έγινε Λοκομοτίβ. Κάθε μικρή ομάδα είχε εντολή να παραχωρεί χωρίς απαιτήσεις όποιον σταρ έβγαζε σε μία από τις μεγάλες, αλλά υπήρξαν και δύο που αγνόησαν τις εντολές του κόμματος. Ο Γιούργκεν Κρόι, τερματοφύλακας της Τσβικάου, δεν δέχτηκε να πάει στη Δρέσδη όπου ήθελαν να τον στείλουν και αρχικά τιμωρήθηκε με αποκλεισμό από την εθνική ομάδα. Το ίδιο και ο Γκερντ Κίσε της Ρόστοκ, που το κόμμα υπολόγιζε να στείλει προς ενίσχυση της Ντιναμό Βερολίνου. Τη λύση έδωσε ο ομοσπονδιακός τεχνικός Γκέοργκ Μπούσχνερ. Ζήτησε ακρόαση από τον πρόεδρο Εριχ Χόνεκερ και μέσα σε δέκα λεπτά τον έπεισε για την αναγκαιότητα να παραμένουν μερικοί παίκτες στις μικρές ομάδες, ώστε να υπάρχει αγωνιστική ισορροπία!
Η Στάζι πάντως είχε αναλάβει τον δικό της ελεγκτικό ρόλο σε αυτό που λεγόταν «ποδοσφαιρικός ανταγωνισμός». Μάλιστα, σε κάθε σωματείο υπήρχαν κρυφοί πράκτορες. Τους ονόμαζαν Informelle Mitarbeiter και ο ρόλος τους ήταν απλός, κλασικός και… διαχρονικός: αυτός του ρουφιάνου. Ο,τι έπεφτε στην αντίληψή τους έπρεπε να αναφέρεται αμέσως.
Μία ιστορία που συνέβη ακριβώς πριν από 30 χρόνια είναι χαρακτηριστική μιας εποχής πολύ κοντινής, αλλά συνάμα τόσο μακρινής. Ο Γκερντ Βέμπερ αγωνιζόταν στην Ντιναμό Δρέσδης και επίσημα ήταν «πληροφοριοδότης». Το 1980 η Δρέσδη πήγε στο Ενσέντε της Ολλανδίας για ματς του Κυπέλλου UEFA με την Τβέντε. Πριν από τη σέντρα τον πλησίασε άνθρωπος της Κολονίας, ο οποίος πρότεινε συμβόλαια σε αυτόν αλλά και στους συμπαίκτες του Ματίας Μίλερ και Πέτερ Κότε, αρκεί να παρέμεναν ζητώντας άσυλο. Ο Βέμπερ έπρεπε κανονικά να μεταφέρει τη συζήτηση και στους άλλους και να τους «καρφώσει», αν είχαν στο μυαλό τους να αποστατήσουν. Ζήτησε χρόνο και επιστρέφοντας στη Δρέσδη, ο Βέμπερ μίλησε στους υπόλοιπους, οι οποίοι ωστόσο δεν έμοιαζαν διατεθειμένοι να φύγουν. Τον Βέμπερ τον βασάνιζε η ιδέα και αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να αλλάξει τη ζωή του. Δεν πρόλαβε όμως. Τον συνέλαβαν μαζί με τους Κότε και Μίλερ και άλλα τρία άτομα στις 22 Ιανουαρίου του 1981, μία μέρα πριν επιχειρήσει να διαφύγει! Ποιος όμως ήταν αυτός που τον «κάρφωσε»; Οσο καιρό έμεινε στη φυλακή, περίπου 16 μήνες, βασάνιζε το μυαλό του, αλλά δεν έβγαζε άκρη. Οταν έπεσε το καθεστώς Χόνεκερ και αρκετοί φάκελοι της Στάζι ήρθαν στο προσκήνιο, ο Βέμπερ ανακάλυψε πως ο άνθρωπος που τον είχε καταδώσει ήταν η κοπέλα του! Σε εκείνη είχε πει τα πάντα, αλλά είχε διαφύγει της προσοχής του πως τη γνώρισε μόλις στρατολογήθηκε από τη μυστική αστυνομία. Και η κοπέλα ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος της Στάζι, οπότε βρισκόταν δίπλα του για να τον ελέγχει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου